Διαμαρτυρια για την αποκλειστική εστίαση της νομικής βοήθειας σε γυναίκες θύματα έμφυλης και ενδοοικογενειακής βίας και ασυμβατότητα με το Σύνταγμα και διεθνείς δεσμεύσεις

Προς:
Τη Γενική Γραμματεία Ισότητας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων
Υπουργείο Κοινωνικής Συνοχής και Οικογένειας
Δικηγορικό Σύλλογο Αθηνών
ΚΕΘΙ – Κέντρο Ερευνών για Θέματα Ισότητας

Θέμα: Διαμαρτυρια για την αποκλειστική εστίαση της νομικής βοήθειας σε γυναίκες θύματα έμφυλης και ενδοοικογενειακής βίας και ασυμβατότητα με το Σύνταγμα και διεθνείς δεσμεύσεις
Με την παρούσα επιστολή επιθυμούμε να εκφράσουμε την ανησυχία και την έντονη διαφωνία μας σχετικά με την εφαρμογή του Προγράμματος Παροχής Δωρεάν Νομικής Βοήθειας, όπως ανακοινώθηκε από τον Δικηγορικό Σύλλογο Αθηνών σε συνεργασία με τη Γενική Γραμματεία Ισότητας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και το ΚΕΘΙ. Η υπόθεση της ενδοοικογενειακής βίας δεν μπορεί να αντιμετωπίζεται μέσα από το πρίσμα στερεοτύπων ή “αντιστραμμένου αυτοματισμού ευθύνης”, όπου το φύλο προδικάζει τον ρόλο. Όλοι οι επαγγελματικοί φορείς έχουν δεοντολογική υποχρέωση αναζήτησης της αλήθειας, με ισότιμη μεταχείριση όλων των μερών. Το κράτος οφείλει να θεσπίσει ουδέτερες, αξιόπιστες και επιστημονικά τεκμηριωμένες διαδικασίες, με δομές που προστατεύουν όλα τα θύματα ανεξαρτήτως φύλου.

Παρά τη σημαντική προσπάθεια για την υποστήριξη γυναικών θυμάτων έμφυλης και ενδοοικογενειακής βίας, διαπιστώνουμε με ανησυχία ότι το πρόγραμμα αυτό δεν περιλαμβάνει καμία πρόβλεψη για την καταγραφή ή την παροχή ισότιμης νομικής βοήθειας προς τα αγόρια και τους άνδρες που υφίστανται ανάλογες μορφές βίας. Η μονομερής αυτή εστίαση υπονομεύει την αρχή της ισότητας, όπως ορίζεται στο άρθρο 4 του Ελληνικού Συντάγματος, που διασφαλίζει την ισότιμη μεταχείριση όλων των πολιτών ανεξαρτήτως φύλου.

Επιπλέον, αυτή η αποκλειστικότητα αντιβαίνει στα θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα, όπως κατοχυρώνονται από τον ΟΗΕ (Οικουμενική Διακήρυξη των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων), την Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, καθώς και στην Ευρωπαϊκή Ένωση, που προωθούν την προστασία όλων των θυμάτων βίας χωρίς διακρίσεις. Η UNESCO και άλλοι διεθνείς φορείς τονίζουν επίσης την ανάγκη για μια προσέγγιση που λαμβάνει υπόψη όλα τα θύματα, ανεξαρτήτως φύλου.

Ανάλυση για τα Δεδομένα της Βίας κατά των Αγοριών και Ανδρών

Η βία κατά των ανδρών και αγοριών αποτελεί μια ιδιαίτερα δυσδιάκριτη και υποτιμημένη πτυχή της κοινωνικής πραγματικότητας. Ιδιαίτερη σημασία έχει η μη αναγνώριση και αντιμετώπιση του βιασμού νεαρών αγοριών, που συχνά αποσιωπάται ή υποτιμάται από εκπαιδευτικούς και θεσμικούς φορείς, όπως καταγράφεται σε αρκετές ψυχιατρικές μελέτες και εκθέσεις. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα τα θύματα αυτά να μην λαμβάνουν την απαραίτητη προστασία και ψυχολογική στήριξη, με μακροπρόθεσμες επιπτώσεις στην ψυχική τους υγεία. Επιπλέον, η επιθετικότητα της συζύγου κατά του άνδρα συχνά δεν αντιμετωπίζεται με την ίδια σοβαρότητα που επιφυλάσσεται στην αντίστροφη περίπτωση. Η ποινική δικαιοσύνη και τα πρωτόκολλα παρέμβασης φαίνεται να επιδεικνύουν μεροληψία ή έλλειψη ευαισθητοποίησης, γεγονός που οδηγεί σε άνιση αντιμετώπιση και περιορισμένη πρόσβαση των ανδρών θυμάτων σε υπηρεσίες προστασίας και νομικής βοήθειας.Αυτές οι διαφοροποιημένες αντιδράσεις εγείρουν το ερώτημα εάν τα προγράμματα υποστήριξης και τα πρωτόκολλα απευθύνονται πραγματικά σε όλα τα θύματα βίας (ανεξαρτήτως φύλου), όπως απαιτεί το Σύνταγμα της Ελλάδας, που προβλέπει την ίση μεταχείριση και προστασία όλων των πολιτών. Είναι κρίσιμο οι θεσμοί να αντιμετωπίζουν ισότιμα κάθε μορφή βίας, ώστε να μη δημιουργούνται “τυφλά σημεία” όπου τα δικαιώματα και οι ανάγκες των ανδρών θυμάτων υπολείπονται σημαντικά σε σχέση με άλλες ομάδες.

Η απουσία επαρκούς αναγνώρισης και παρέμβασης οδηγεί σε σημαντική κοινωνική και ψυχολογική βλάβη για τα αγόρια και τους άνδρες, επιτείνοντας την κοινωνική αδικία και την ανισότητα στην προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Η παρούσα διαδικασία, σε συνδυασμό με τα τεράστια και άλυτα ζητήματα δικαιοσύνης που υφίστανται στο πλαίσιο της Ελληνικής Αστυνομίας (ΕΛΑΣ), των οικογενειακών δικαστηρίων και των διαδικασιών συνεπιμέλειας, καθώς και την προβληματική συμπεριφορά ορισμένων δικηγόρων που συχνά απομακρύνονται από τις θεμελιώδεις αρχές δεοντολογίας — όπως η αμεροληψία, η ισοτιμία, η σεβαστή προσέγγιση και η δέσμευση στην προάσπιση της δικαιοσύνης για όλους —, δεν μπορεί παρά να καταλήγει σε άνιση και άνισα κατανεμημένη αντιμετώπιση των φαινομένων βίας και αδικίας που πλήττουν πατέρες, συζύγους και άνδρες. Η έλλειψη εμπεριστατωμένης έρευνας, η ύπαρξη προκαταλήψεων, αλλά και η εμφανής μισανδρία, υπονομεύουν κάθε προσπάθεια εξισορρόπησης και πραγματικής προστασίας των δικαιωμάτων όλων των θυμάτων, δημιουργώντας έτσι μια ανισόρροπη πραγματικότητα που απαιτεί άμεσες και ουσιαστικές παρεμβάσεις.
Το φαινόμενο της ψευδούς καταγγελίας αποτελεί ένα πραγματικό τερατούργημα, το οποίο έχει λάβει ανησυχητικά μεγάλες διαστάσεις στη σύγχρονη κοινωνία μας. Ο καταγγέλλων διατρέχει σοβαρό νομικό κίνδυνο, καθώς η ψευδής κατηγορία όχι μόνο διαβρώνει το κύρος των αληθινών θυμάτων, αλλά και εκθέτει πατεράδες, συζύγους και άνδρες σε ανεπανόρθωτη ηθική και κοινωνική ζημία. Η δημιουργία καταλόγου ψευδών καταγγελιών από τους Δικηγορικούς Συλλόγους, χωρίς επαρκή έλεγχο και δικαστική διερεύνηση, κινδυνεύει να γίνει εργαλείο στιγματισμού και διαπόμπευσης, αντί για μέσο προστασίας και δικαιοσύνης. Οι ενέργειες ή παραλείψεις των αρμόδιων αρχών, σε συνδυασμό με την επιπόλαιη ή προπαγανδιστική αντιμετώπιση από τα μέσα ενημέρωσης και τα κανάλια, συχνά οδηγούν στην αδυναμία διόρθωσης αυτών των σοβαρών λαθών. Είναι επιτακτική η ανάγκη η ψευδής καταγγελία να καταγραφεί ρητά και να αντιμετωπιστεί ως ιδιώνυμο έγκλημα, ώστε να προστατευθεί η αλήθεια, να διασφαλιστεί η δικαιοσύνη και να αποτραπεί η κατάχρηση του συστήματος σε βάρος πατεράδων, συζύγων και ανδρών.

Η Εισαγγελία του Αρείου Πάγου εξέδωσε την εγκύκλιο ΕισΑΠ 6/2024, με οδηγίες για την εφαρμογή του νέου νόμου 5090/2024, που ισχύει από 1 Μαΐου 2024, σχετικά με την πρόληψη και καταπολέμηση της ενδοοικογενειακής βίας. Ο νόμος αυτός επανακαθορίζει τις εγγυήσεις που πρέπει να παρέχει το κράτος δικαίου σε θύματα ενδοοικογενειακής βίας, διασφαλίζοντας τόσο προληπτική όσο και κατασταλτική προστασία. Η εγκύκλιος επισημαίνει τη σημασία της ενεργής συμμετοχής των εισαγγελέων στην προστασία όλων των θυμάτων, ανεξαρτήτως φύλου, τονίζοντας ότι η ενδοοικογενειακή βία μπορεί να αφορά και άνδρες και αγόρια, και όχι μόνο γυναίκες. Τονίζεται επίσης η ανάγκη αποφυγής συγκάλυψης της βίας, η οποία εγκλωβίζει τα θύματα σε προβληματικές καταστάσεις.

Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στην προστασία των ανηλίκων που είναι μάρτυρες ή θύματα ενδοοικογενειακής βίας, με αυστηρές ποινές και υποχρεωτική ενημέρωση από επαγγελματίες που εντοπίζουν περιστατικά βίας κατά ανηλίκων. Θεσπίζεται ειδικό ακαταδίωκτο για την ενθάρρυνση της αναφοράς περιστατικών, με μερική απαλλαγή από την υποχρέωση εμφάνισης σε δικαστήριο. Επιπλέον, οι εισαγγελείς οφείλουν να συνεργάζονται στενά με την αστυνομία και άλλους φορείς για την παροχή άμεσης προστασίας και υποστήριξης στα θύματα, καθώς και για την τήρηση εχεμύθειας και την απαγόρευση δημοσιοποίησης προσωπικών στοιχείων. Ο νόμος προβλέπει την ταχεία διαδικασία εκδίκασης των υποθέσεων ενδοοικογενειακής βίας με σκοπό την άμεση απονομή δικαιοσύνης, διασφαλίζοντας παράλληλα την αντιμετώπιση περιπτώσεων ψευδούς καταγγελίας με αυστηρά ποινικά μέτρα.

Τέλος, υπογραμμίζεται ρητά ότι η ενδοοικογενειακή βία δεν αφορά αποκλειστικά ένα φύλο, αλλά και άνδρες και αγόρια, και απαιτείται η ίση μεταχείριση όλων των θυμάτων με βάση το Σύνταγμα και το ισχύον νομικό πλαίσιο.

Η ορθή εφαρμογή του άρθρου 417 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, το οποίο προβλέπει την ταχεία εκδίκαση υποθέσεων ενδοοικογενειακής βίας, παρουσιάζει σοβαρές ασυνεπείς στην πράξη, γεγονός που επηρεάζει αρνητικά την αποτελεσματικότητα της προστασίας των θυμάτων. Η κουλτούρα που επικρατεί στα οικογενειακά γραφεία, σε συνδυασμό με τα πολύπλοκα θέματα που αφορούν ανηλίκους και τις δικαστικές αποφάσεις επιμέλειας, συχνά οδηγεί σε μη ορθή καταγραφή των περιστατικών και έλλειψη εμπεριστατωμένης έρευνας. Επιπλέον, κατά τον επιτόπιο έλεγχο των αρχών γίνεται έλεγχος μόνο για τον καταγγελλόμενο ή για το αν υπάρχει υποψία ότι είναι καταγγελλόμενος, και όχι για το σύνολο των γεγονότων, περιορίζοντας έτσι την πλήρη κατανόηση και αξιολόγηση της υπόθεσης. Ακόμη πιο ανησυχητικό είναι το γεγονός ότι, όπως έχει καταγραφεί και σε δηλώσεις θεσμικών παραγόντων του Υπουργείου Προστασίας και της Ελληνικής Αστυνομίας, οι άνδρες θεωρούνται αυταπόδεικτα ως θύτες, κάτι που συνιστά παραβίαση τόσο του Συντάγματος όσο και της νομοθεσίας περί ίσης μεταχείρισης και δίκαιης δίκης. Η έλλειψη κατάλληλων δομών και μέτρων προστασίας για τους άνδρες θύματα ενδοοικογενειακής βίας, παρά τα πάνω από 5.000 καταγεγραμμένα περιστατικά το 2024, υπογραμμίζει την ανάγκη για συνολική αναθεώρηση της πρακτικής και ενίσχυση των σχετικών θεσμικών μηχανισμών.

Ζητούμε, επομένως, όπως το πρόγραμμα επανεξεταστεί ώστε να συμπεριλάβει και τους άνδρες και τα αγόρια θύματα έμφυλης και ενδοοικογενειακής βίας, διασφαλίζοντας την ουσιαστική και αποτελεσματική προστασία των δικαιωμάτων όλων των πολιτών, χωρίς διακρίσεις. Η ισότητα και η δικαιοσύνη πρέπει να είναι αδιαπραγμάτευτες αρχές σε κάθε κρατική πολιτική και εφαρμογή.

Παρακαλούμε για την άμεση ανταπόκρισή σας και τη λήψη των απαραίτητων μέτρων ώστε να εναρμονιστεί το Πρόγραμμα με το Σύνταγμα της χώρας και τις διεθνείς δεσμεύσεις μας.

Βιβλιογραφία

  • Νόμος 5090/2024, «Νομοθετικές διατάξεις για την πρόληψη και καταπολέμηση της ενδοοικογενειακής βίας», ΦΕΚ 2024.

  • Εγκύκλιος Εισαγγελίας Αρείου Πάγου 6/2024, σχετικά με την εφαρμογή των διατάξεων του Ν. 5090/2024.

  • Νόμος 3500/2006, «Ποινική προστασία της οικογένειας και πρόληψη της ενδοοικογενειακής βίας», όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 120 του Ν. 5090/2024.

  • Άρθρο 6 παρ. 3, 2 εδ. α Ν. 3500/2006, όπως διαμορφώθηκε με το άρθρο 120 Ν. 5090/2024, για την ενδοοικογενειακή σωματική βλάβη ενώπιον ανηλίκου.

  • Άρθρα 121 και 122 Ν. 5090/2024, για την επέκταση της αντικειμενικής υπόστασης της ενδοοικογενειακής βίας ενώπιον ανηλίκου.

  • Άρθρο 23 Ν. 3500/2006, όπως ισχύει με το άρθρο 130 Ν. 5090/2024, για την υποχρέωση ενημέρωσης των διωκτικών αρχών από επαγγελματίες σε περίπτωση ενδοοικογενειακής βίας.

  • Άρθρο 245 παρ. 2 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας (Κ.Ποιν.Δ.), για την ποινική διαμεσολάβηση σε υποθέσεις ενδοοικογενειακής βίας.

  • Άρθρα 229 και 224 Ποινικού Κώδικα (Π.Κ.), για τα αδικήματα ψευδούς καταμήνυσης και ψευδούς κατάθεσης.

  • Άρθρο 417 επ. Κ.Ποιν.Δ., για την αυτόφωρη διαδικασία και την ταχεία εκδίκαση υποθέσεων ενδοοικογενειακής βίας.

Tο πρίσμα των Κωδίκων Δεοντολογίας και της Υποχρέωσης Εύρεσης της Αλήθειας

1. Αστυνομικός – Κώδικας Δεοντολογίας Αστυνομικού (Π.Δ. 254/2004)

Ο αστυνομικός υποχρεούται σε αντικειμενικότητα, αμεροληψία και διακριτικότητα, ιδίως κατά την επιτόπια παρέμβαση. Σύμφωνα με το άρθρο 2 του Κώδικα:

  • Οφείλει να σέβεται την αξία του ανθρώπου και τα συνταγματικά του δικαιώματα, ανεξαρτήτως φύλου ή ρόλου (θύμα ή φερόμενος ως δράστης).

  • Η προκατασκευασμένη αντίληψη ότι ο άνδρας είναι ο θύτης αποτελεί παραβίαση της αμεροληψίας (άρθρο 3), ενώ η μονομερής συλλογή πληροφοριών αντιβαίνει στο καθήκον επιμέλειας και αλήθειας.

➤ Το να μη συλλέγονται δεδομένα από όλο το περιβάλλον του περιστατικού είναι αντίθετο με τη δεοντολογία, καθώς οδηγεί σε μεροληπτική αστυνόμευση.

2. Δικηγόρος – Κώδικας Δεοντολογίας Δικηγόρων (Ν. 4194/2013 – Κώδικας Δικηγόρου)

Ο δικηγόρος λειτουργεί ως πυλώνας της δίκαιης δίκης και είναι υποχρεωμένος να υπερασπίζεται τα δικαιώματα του εντολέα του χωρίς διακρίσεις και προκαταλήψεις (άρθρα 2 & 7).

  • Έχει υποχρέωση αλήθειας και πλήρους εκπροσώπησης, ιδίως όταν αντιμετωπίζει κοινωνικά ευαίσθητα φαινόμενα όπως η ενδοοικογενειακή βία.

  • Όταν πρόκειται για άνδρα καταγγελλόμενο που δεν είναι θύτης, ο δικηγόρος οφείλει να προασπίζεται την αθωότητα και να ζητά ισότιμη εφαρμογή του νόμου.

➤ Η παθητική αποδοχή στερεοτύπων περί “εκ προοιμίου ένοχου” άνδρα είναι αντιδεοντολογική και αντισυνταγματική.

3. Δικαστής – Κώδικας Δικαστικής Δεοντολογίας (απόφαση Ολομέλειας Αρείου Πάγου, 2002)

Ο δικαστής δεσμεύεται από τις αρχές της αντικειμενικότητας, ισότητας των διαδίκων και σεβασμού των δικαιωμάτων του ανθρώπου.

  • Οφείλει να εξετάζει όλα τα πραγματικά περιστατικά και όχι να υιοθετεί ερμηνείες που βασίζονται σε συστημικά στερεότυπα.

  • Η μη πλήρης διερεύνηση και η απουσία ουσιαστικής ακρόασης όλων των μερών υπονομεύει τη δίκαιη δίκη (άρθρο 6 ΕΣΔΑ).

➤ Δικαστικές αποφάσεις που λαμβάνονται με βάση ελλιπή ή προκατειλημμένα στοιχεία στερούνται νομιμότητας και συνταγματικής βάσης.

4. Δημοσιογράφος – Κώδικας Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας (ΕΣΗΕΑ)

Ο δημοσιογράφος υποχρεούται να λειτουργεί υπηρετώντας την αλήθεια, την ακρίβεια και την πολυφωνία.

  • Η μονόπλευρη παρουσίαση υποθέσεων ενδοοικογενειακής βίας (ως αποκλειστικά ανδρική επιθετικότητα) παραβιάζει το καθήκον της αμεροληψίας.

  • Η ηθική του υποχρέωση είναι να διερευνά και να αποκαλύπτει την πολυπλοκότητα της πραγματικότητας, όχι να αναπαράγει έτοιμα κοινωνικά σχήματα.

➤ Η προκατάληψη οδηγεί σε κοινωνική στοχοποίηση και σε δευτερογενή θυματοποίηση ανδρών.

5. Ιατρός – Κώδικας Ιατρικής Δεοντολογίας (Ν. 3418/2005)

Ο ιατρός έχει καθήκον πλήρους, ανεξάρτητης και αντικειμενικής αξιολόγησης της κατάστασης του ασθενούς:

  • Οφείλει να καταγράφει αμερόληπτα τα ιατρικά ευρήματα και να μην εμπλέκεται μεροληπτικά σε νομικές ερμηνείες ή εικαζόμενους ρόλους θύτη-θύματος.

  • Επίσης, έχει υποχρέωση να συνδράμει στην αποκάλυψη αληθινών περιστατικών, χωρίς κοινωνικές προκαταλήψεις.

➤ Οποιαδήποτε υπόθεση ρόλου φύλου χωρίς κλινικά ευρήματα συνιστά παραβίαση του ιατρικού όρκου και της δεοντολογίας.

6. Αναζήτηση των Πραγματικών Γεγονότων – Δικαιοσύνη και Θεσμικές Αρχές

Η αναζήτηση της ουσιαστικής αλήθειας αποτελεί θεμελιώδη αρχή του κράτους δικαίου (άρθρο 25 Συντάγματος, ΕΣΔΑ, νομολογία ΕΔΔΑ).

  • Η επιλεκτική ή μονόπλευρη διερεύνηση, χωρίς εξέταση του ευρύτερου πλαισίου, ακυρώνει τη διαδικασία απονομής δικαιοσύνης.

  • Η τεκμηριωμένη αξιολόγηση όλων των παραγόντων (ψυχολογικών, κοινωνικών, οικογενειακών) είναι απαραίτητη για να προστατευθούν όλα τα πιθανά θύματα, όχι μόνο τα προκαθορισμένα.

➤ Η αποτυχία διασταύρωσης πληροφοριών, η αδιαφορία για το ενδεχόμενο ανδρικής θυματοποίησης και η απουσία κρατικής στήριξης, δημιουργούν μια μεροληπτική και επικίνδυνα επιλεκτική μορφή “δικαιοσύνης”.

Διεθνείς και Ευρωπαϊκοί Φορείς και Οδηγίες

Διεθνείς Οργανισμοί και Έγγραφα

  • Universal Declaration of Human Rights (UDHR), United Nations, 1948.

  • International Covenant on Civil and Political Rights (ICCPR), United Nations, 1966.

  • Convention on the Elimination of All Forms of Discrimination Against Women (CEDAW), United Nations, 1979.

  • Beijing Declaration and Platform for Action, United Nations, 1995.

  • UNESCO, Universal Declaration on Cultural Diversity, 2001.

  • UN Human Rights Council – Reports on gender-based violence.

  • Council of Europe – Group of Experts on Action against Violence against Women and Domestic Violence (GREVIO) reports.

  • European Court of Human Rights (ECtHR) case law on domestic violence and discrimination.

  • World Health Organization (WHO), 2013. Global and regional estimates of violence against men.

  • European Institute for Gender Equality (EIGE), 2017. Male victims of violence in the EU: Data and policy recommendations.

  • United Nations Office on Drugs and Crime (UNODC), 2021. Gender-related killings of men and boys.

  • Australian Institute of Criminology, 2016. Male victims of domestic violence: Barriers to help seeking.

  • National Coalition for Men (NCFM), USA. Research and advocacy on male victims of domestic and sexual violence.

 

Ευρωπαϊκό Δίκαιο και Χάρτες

  • European Convention on Human Rights (ECHR), Council of Europe, 1950.

  • Charter of Fundamental Rights of the European Union, European Union, 2000 (updated 2012).

  • Directive 2012/29/EU establishing minimum standards on the rights, support and protection of victims of crime.

  • European Institute for Gender Equality (EIGE) – Reports and policy documents on gender-based violence.

Εθνικό Δίκαιο και Συνταγματικές Διατάξεις

  • Σύνταγμα της Ελληνικής Δημοκρατίας, κυρίως Άρθρα 4 (Ισότητα), 5 (Ισότητα φύλων), 25 (Κοινωνική δικαιοσύνη).

  • Νόμος 4531/2018 για την αντιμετώπιση της έμφυλης βίας και την προστασία των θυμάτων.

  • Νόμος 3500/2006 για την καταπολέμηση της ενδοοικογενειακής βίας.

Βία κατά των Ανδρών και Ψυχιατρικές Έρευνες

Επιστημονικές Μελέτες και Ψυχιατρική Βιβλιογραφία

  • Hines, D.A. & Douglas, E.M. (2010). Intimate terrorism by women towards men: Does it exist? Journal of Aggression, Conflict and Peace Research.

  • Straus, M.A. (2008). Dominance and symmetry in partner violence by male and female university students in 32 nations. Children and Youth Services Review.

  • Tsui, V. (2014). Male victims of intimate partner abuse: Use and helpfulness of services. Social Work.

  • Machado, A. et al. (2020). Psychological impact of domestic violence on male victims: A systematic review. International Journal of Environmental Research and Public Health.

  • Walker, L.E. (2009). The battered woman syndrome and implications for male victims. Journal of Family Violence.

  • Cook, P.W. (2009). Abused Men: The Hidden Side of Domestic Violence. Praeger Publishers.

  • Hines, D.A., Brown, J. & Dunning, E. (2007). Characteristics of callers to the Domestic Abuse Helpline for Men. Journal of Family Violence.

  • Tsang, S. et al. (2021). Male victims of sexual abuse in childhood and adolescence: Mental health outcomes and barriers to disclosure. Journal of Child Sexual Abuse.

  • Walker, C. (2015). Gender bias in the recognition of male victims of sexual violence. Psychology, Crime & Law.

Comments are closed.