Θυμάστε ή σας βολεύει να ξεχάσετε;

Μην ξεχνάτε, λοιπόν. Όσο κι αν προσπαθούν να το θάψουν κάτω από τόνους «εθνικής υπευθυνότητας» και «ευρωπαϊκής προοπτικής», η αλήθεια παραμένει εκεί, ακίνητη, σαν λέπρα σε τοίχο που κανένα φρεσκάρισμα δεν μπορεί να κρύψει.

Τα μνημόνια –αυτό το πολιτικό καρκίνωμα που ρήμαξε μια ολόκληρη χώρα, στραγγάλισε ζωές, εξαφάνισε γενιές και μετέτρεψε την εργασία σε δουλεία με απόδειξη– ουδέποτε εγκρίθηκαν από τον ελληνικό λαό.
Ποτέ.
Καμία ψήφος, καμία κάλπη, κανένα εκλογικό αποτέλεσμα δεν τα νομιμοποίησε. Εισήλθαν στις ζωές μας με πραξικοπηματικό θράσος, με την ευλογία τεχνοκρατών, με τις υπογραφές εκείνων που πρώτα τα υπέγραψαν και μετά δήλωναν πως δεν τα διάβασαν.

Αλλά αν όλα αυτά ήταν το τραύμα, εκείνο που ήρθε να το αλατίσει και να το μετατρέψει σε ιστορική ντροπή ήταν ο Ιούλιος του 2015.
Το «Όχι» εκείνο, το περήφανο, αυθεντικό, σπαρακτικό «Όχι» του ελληνικού λαού στο δημοψήφισμα, δεν ηττήθηκε από την Τρόικα.

Ηττήθηκε από τον ίδιο τον πρωθυπουργό του. Τον Αλέξη Τσίπρα, τον πολιτικό ταχυδακτυλουργό που υποσχέθηκε επανάσταση και παρέδωσε υποταγή, που βάπτισε την ήττα ως σοφία, την προδοσία ως στρατηγική και το «ΟΧΙ» ενός λαού σε «ΝΑΙ» ενός κόμματος.

Το πολιτικό εκείνο αίσχος δεν είναι απλώς μια κηλίδα στην ιστορία.
Είναι η απόλυτη απεικόνιση του πώς ο πολιτικός κυνισμός μπορεί να μεταμφιεστεί σε ρεαλισμό.

Είδαμε έναν πρωθυπουργό να ανεβαίνει στα μπαλκόνια και να φωνάζει ότι θα σκίσει τα μνημόνια, μόνο και μόνο για να τα ξαναράψει καλύτερα απ’ τους προηγούμενους.
Και μόλις το 62% των πολιτών του έδωσε εντολή αντίστασης, εκείνος –με το θράσος του επαναστάτη που κατέληξε υπάλληλος των Βρυξελλών– μετέτρεψε το δημοψήφισμα σε ιστορικό ανέκδοτο.

Ποιος χρειάζεται εχθρούς, όταν έχει τέτοιους ηγέτες;

Και δεν ήταν μια απλή πολιτική «κωλοτούμπα».

Ήταν θεσμική κατάρρευση.

Ήταν το μήνυμα ότι η λαϊκή κυριαρχία είναι ένα παραμύθι, ένα εφήμερο σκηνικό που μπορεί να καεί στο πρώτο τηλεφώνημα από το Βερολίνο.

Ήταν το τέλος κάθε ψευδαίσθησης ότι οι εκλογές μπορούν να αλλάξουν τη μοίρα αυτού του τόπου.
Από τότε και έπειτα, το «ό,τι και να ψηφίσεις, το ίδιο θα βγει» έγινε όχι απλώς κυνική διαπίστωση, αλλά πολιτική σταθερά.

Κι ο Τσίπρας;
Ένας πρωθυπουργός που πέρασε στην Ιστορία όχι επειδή έδωσε μάχες, αλλά επειδή υπέγραψε τα πάντα με το πιο ανήσυχο χαμόγελο που έχει δει ποτέ το Μέγαρο Μαξίμου.

Όμως το μεγαλύτερο έγκλημα δεν είναι ότι έγινε.
Είναι ότι πέρασε.

Πέρασε με λίγες φωνές διαμαρτυρίας, με κάτι πρόχειρες συγκεντρώσεις στην πλατεία Συνατάγματος, με μια κοινωνία που έμαθε πια να καταπίνει την προδοσία όπως καταπίνει τον ΕΝΦΙΑ: με οργή, αλλά χωρίς προσδοκία.

Το έγκλημα αυτό δεν θα το δικάσει κανένα δικαστήριο.

Δεν προβλέπεται κάποια «Ειδική Επιτροπή» για εκείνον που πήρε μια εντολή από το λαό και την πέταξε στα σκουπίδια πριν καν στεγνώσει το μελάνι.

Μην ξεχνάτε, λοιπόν.
Μην ξεχνάτε πως οι ήττες που δεν καταγγέλλονται, επαναλαμβάνονται.

Και το «ΟΧΙ» εκείνο –που θα έπρεπε να είναι η σημαία αξιοπρέπειας– έγινε τελικά σημείο μηδέν μιας δημοκρατίας που παραιτήθηκε απ’ τον εαυτό της.

Δεν το επέβαλαν οι ξένοι.
Το έκανε ένας από εμάς.
Με στόμφο, με φούμαρα και με μια πένα που έγραφε πιο εύκολα απ’ ό,τι μιλούσε.

Θυμάστε ή σας βολεύει να ξεχάσετε;

Comments are closed.