Έγκλημα στα Τέμπη: Στο «φως» το αποκαλυπτικό πόρισμα για τις εκρήξεις μετά τη σύγκρουση των τρένων
Η πυρόσβεση και οι τρεις φάσεις μετά την μοιραία σύγκρουση των αμαξοστοιχιών
Οργή και κρίσιμα ερωτήματα εξακολουθεί να εγείρει δύο χρόνια αργότερα το έγκλημα των Τεμπών, που έχει σημαδέψει ανεξίτηλα τη χώρα. Στο προσχέδιο του πορίσματος που συντάχθηκε από τον Εθνικό Οργανισμό Διερεύνησης Αεροπορικών και Σιδηροδρομικών Ατυχημάτων και Ασφάλειας Μεταφορών (ΕΟΔΑΣΑΑΜ), αναλύεται η αλληλουχία των γεγονότων, τα αίτια των εκρήξεων και η πολυπλοκότητα των ερευνών.
Με δεδομένα από ερευνητικά κέντρα του εξωτερικού, όπως τα Πανεπιστήμια της Πίζας και της Γάνδης, αλλά και τη χρήση μεθόδων όπως η «υπολογιστική ρευστοδυναμική», γίνεται μια προσπάθεια να αποδοθεί η πραγματική εικόνα αυτής της τραγωδίας.
Όπως προκύπτει από το προσχέδιο, δεν υπάρχουν στοιχεία που να υποστηρίζουν την ύπαρξη μεγάλης δεξαμενής δεκάδων τόνων ή κρυφού βαγονιού στην εμπορική αμαξοστοιχία. Παρ’ όλα αυτά, εκτιμάται ότι μέχρι την ολοκλήρωση του τελικού πορίσματος θα επιβεβαιωθεί η παρουσία ποσότητας περίπου 3,5-4 τόνων, πιθανότατα αρωματικών υδρογονανθράκων, στο τρίτο βαγόνι της εμπορικής, το οποίο ανεφλέγη μετά τη σύγκρουση.
Η περιορισμένη διαρροή ελαίων σιλικόνης από τους μετασχηματιστές στα δύο πρώτα βαγόνια του εμπορικού τρένου, σύμφωνα με τις διαθέσιμες πληροφορίες, δεν θεωρείται επαρκής αιτία για την έκρηξη που σημειώθηκε. Αυτό υποστηρίζεται και από το γεγονός ότι οι μετασχηματιστές παρουσιάζουν μόνο ελάχιστες ρωγμές. Η ανασύνθεση των γεγονότων βασίζεται στα διαθέσιμα δεδομένα σχετικά με την κίνηση των συρμών, όπως η κατεύθυνση, η ταχύτητα, η μάζα και η ανάλυση των ζημιών που υπέστησαν τα βαγόνια μετά το δυστύχημα.
Σε ό,τι αφορά στις εκρήξεις, χρησιμοποιήθηκε κυρίως οπτικό υλικό από κάμερες, το οποίο θεωρείται επαρκές για να οδηγήσει σε επιστημονικά συμπεράσματα σχετικά με το είδος του φορτίου του εμπορικού τρένου που βρισκόταν στη γραμμή καθόδου. Σύμφωνα με το πόρισμα, κανένα από τα εμπλεκόμενα ερευνητικά κέντρα –τα Πανεπιστήμια της Πίζας και της Γάνδης, καθώς και το Σουηδικό Ινστιτούτο– δεν έχει καταλήξει ακόμη σε οριστικά συμπεράσματα για το φορτίο που προκάλεσε την έκρηξη. Ωστόσο, και οι τρεις φορείς έχουν τεκμηριώσει την πλέον κατάλληλη μεθοδολογία, από την οποία μπορούν να προκύψουν αξιόπιστα συμπεράσματα, εφόσον ληφθούν υπόψη οι σωστές παράμετροι, όπως η υγρασία, η ταχύτητα του ανέμου και η θερμοκρασία.
Η μέθοδος που προτείνεται είναι η «υπολογιστική ρευστοδυναμική» (Computational Fluid Dynamics – CFD), η οποία εξετάζει τη φλόγα και προσδιορίζει το είδος και την ποσότητα του εύφλεκτου υλικού που την προκάλεσε. Το Πανεπιστήμιο της Πίζας έχει επιβεβαιώσει την καταλληλότητα της μεθόδου για την ανάλυση της έκρηξης στα Τέμπη, ενώ το Πανεπιστήμιο της Γάνδης έχει μέχρι στιγμής εγκρίνει τις σωστές παραμέτρους για τη χρήση της μεθόδου, όπως η υγρασία. Στο πλαίσιο αυτό, οι ερευνητές της Γάνδης απέκλεισαν νωρίς την πιθανότητα τα έλαια σιλικόνης να ευθύνονται για την έκρηξη, χάρη στις αναλύσεις με τη μέθοδο CFD.
Παρά το γεγονός ότι το πλήρες πόρισμα αναμένεται να δημοσιοποιηθεί στα τέλη Φεβρουαρίου, η συγκεκριμένη μέθοδος, η οποία θεωρείται η πλέον κατάλληλη από τους συντάκτες του πορίσματος, βρίσκεται ακόμα σε εξέλιξη, καθώς απαιτείται χρόνος για την ολοκλήρωση της ανάλυσης όλων των δεδομένων.
Comments are closed.